Μαλεΐνοι

1. Γενικά

Οι Μαλεΐνοι είναι μία από τις παλαιότερες αριστοκρατικές οικογένειες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Εμφανίζονται τον 9ο αιώνα. Πατρίδα τους θεωρείται το Χαρσιανόν και η Καππαδοκία. Τα μέλη της οικογένειας αναλάμβαναν κυρίως υψηλά στρατιωτικά αξιώματα και από την αρχή βρίσκονταν στην κορυφή της βυζαντινής αριστοκρατίας. Το 10ο αιώνα οι Μαλεΐνοι σημείωσαν μεγάλη κοινωνική άνοδο, με την εδραίωση μελών της οικογένειας σε υψηλές θέσεις, στην οποία συνέβαλε ιδιαίτερα η δημιουργία συγγενικών σχέσεων με τους Φωκάδες (αρχές 10ου αιώνα). Από την εποχή εκείνη οι Φωκάδες και οι Μαλεΐνοι αποτελούν τον πυρήνα γύρω από τον οποίο συσπειρώθηκαν και άλλες μικρασιατικές αριστοκρατικές οικογένειες με κοινά συμφέροντα. Οι Μαλεΐνοι ανήκαν στις τάξεις των πλουσιότερων οικογενειών της αυτοκρατορίας. Τον πλούτο τους τον μνημόνευσε στη Νεαρά του έτους 996 ο Βασίλειος Β΄ (976-1025), ο οποίος δήμευσε όλα τα κτήματα του Ευσταθίου Μαλεΐνου, γεγονός με σοβαρές επιπτώσεις για την ευμάρεια του οίκου. Από τον 11ο αιώνα αρχίζει η αποδυνάμωση του οίκου των Μαλεΐνων. Οι τελευταίες ειδήσεις για τους Μαλεΐνους της Μικράς Ασίας χρονολογούνται στο 12ο αιώνα.

2. Καταγωγή της οικογένειας

Οι Μαλεΐνοι συγκαταλέγονται μεταξύ των εκπροσώπων της παλαιάς βυζαντινής αριστοκρατίας, η οποία εμφανίζεται στο προσκήνιο ήδη από τον 9ο αιώνα. Πρόκειται για οικογένεια ελληνικής καταγωγής η οποία επί αιώνες είχε στενούς δεσμούς με την περιοχή της Μικράς Ασίας. Υπάρχουν εικασίες ότι το επώνυμο Μαλεΐνος έχει σχέση με το τοπωνύμιο Μαλάγινα της Βιθυνίας, θέση στο θέμα Βουκελλαρίων κατά τον 9ο αιώνα.1 Σε περίπτωση που αποδεχθούμε τις ενδείξεις οι οποίες μάς φανερώνουν την ενδεχόμενη προέλευση του επωνύμου Μαλεΐνος, ο παλαιότερος πυρήνας των κτημάτων αυτής της οικογένειας θα μπορούσε να αναζητηθεί στη γόνιμη κοιλάδα του ποταμού Σαγγάριου. Σε ένα στενότερο πλαίσιο, όμως, πατρίδα των Μαλεΐνων μπορεί να θεωρηθεί η περιοχή του Χαρσιανού, όπου υπάρχουν μαρτυρίες για την οικογένεια από τα τέλη του 9ου αιώνα, ενώ σε ένα ευρύτερο πλαίσιο και ολόκληρη η Καππαδοκία.2 Είναι γνωστό ότι τα μέλη αυτής της πλούσιας οικογένειας είχαν κτήματα στην περιοχή δικαιοδοσίας του θέματος του Χαρσιανού, στην ευρύτερη περιοχή της Καισάρειας της Καππαδοκίας και της Άγκυρας της Γαλατίας.3

3. Oι πρώτοι εκπρόσωποι

Τα παλαιότερα γνωστά στοιχεία για τους εκπροσώπους των Μαλεΐνων, τα οποία χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 9ου αιώνα, δείχνουν ότι η οικογένεια ήδη από την εποχή αυτή καταλάμβανε σημαντική θέση στην ιεραρχία της βυζαντινής αριστοκρατίας. Το πρώτο γνωστό μέλος των Μαλεΐνων, ο Νικηφόρος, μνημονεύεται ως μετέχων σε σημαντικά γεγονότα της εποχής εκείνης. Το 866 κατέστειλε τη στάση του Συμβατίου, συγγενή του καίσαρα, Βάρδα, θείου του τότε αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (842-867).4 Δεν αναφέρονται τίτλοι ή αξιώματα μαζί με το όνομα αυτού του πρώτου γνωστού Μαλεΐνου, όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι η υπηρεσία του συνδεόταν με τον στρατό. Όπως δείχνουν τα στοιχεία για τους Μαλεΐνους, η άνοδος του οίκου από την αρχή συνδεόταν με την άσκηση στρατιωτικών καθηκόντων εκ μέρους των μελών του.

Ιδιαίτερα σημαντικός για την περαιτέρω εξέλιξη του οίκου των Μαλεΐνων ήταν ο Ευστάθιος Μαλεΐνος, για τον οποίο εικάζεται ότι ήταν αδελφός (ή ενδεχομένως γιος) του πρώτου γνωστού Μαλεΐνου. Ο Ευστάθιος είχε τον τίτλο του πατρικίου και αναλάμβανε υψηλά στρατιωτικά αξιώματα.5 Μέσω του Ευσταθίου μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την ιστορία του γνωστότερου κλάδου της οικογένειας των Μαλεΐνων. Ο γιος του Ευδόκιμος Μαλεΐνος νυμφεύθηκε την κόρη κάποιου Αδραλέστου, πατρικίου και στρατιωτικού αξιωματούχου, η σύζυγος του οποίου ήταν συγγενής του Ρωμανού Α΄ Λακαπηνού (920-944).

4. Οι Μαλεΐνοι του 10ου αιώνα

Το 10ο αιώνα εμφανίζονται πολλά επιφανή μέλη της οικογένειας των Μαλεΐνων. Μεταξύ αυτών είναι οπωσδήποτε οι εγγονοί του Ευσταθίου Μαλεΐνου και γιοι του Ευδόκιμου, ο Μιχαήλ (ο οποίος κατά τη βάπτιση είχε λάβει το όνομα Μανουήλ) και ο Κωνσταντίνος.

Ο Μιχαήλ άρχισε τη κοσμική του σταδιοδρομία στην αυλή του Λέοντος ΣΤ΄ (886-912) ενώ μετά το θάνατο του αυτοκράτορα εκάρη μοναχός. Ο Μιχαήλ Μαλεΐνος, μετέπειτα όσιος Μιχαήλ, ήταν δάσκαλος του Αθανασίου Αθωνίτη, ιδρυτή της Λαύρας του Αγίου Όρους. Ο Μιχαήλ ασκούσε μεγάλη επιρροή στους ανιψιούς του Νικηφόρου Β΄ Φωκά (963-969) και στον αδελφό του Λέοντα, και χάρη σε αυτόν οι δύο προαναφερθέντες Φωκάδες διατηρούσαν στενές σχέσεις όχι μόνο με τον ίδιο αλλά και με τον Αθανάσιο τον Αθωνίτη και γενικά με τους εκπροσώπους του μοναχισμού.

Ο Κωνσταντίνος Μαλεΐνος ήταν επιφανής στρατηγός. Είναι γνωστό ότι στη διάρκεια της μονοκρατορίας του Κωνσταντίνου Ζ΄ (945-959), όντας πατρίκιος, ασκούσε για πολλά χρόνια καθήκοντα στρατηγού στο θέμα της Καππαδοκίας. Έλαβε μέρος στις συγκρούσεις με τους Άραβες, κατά τις οποίες στο θέμα Ανατολικών ηγήθηκαν εκπρόσωποι των συγγενών τους από την οικογένεια των Φωκάδων.

Χάρη σε αυτήν τη γενεά της οικογένειας δημιουργήθηκαν συγγενικές σχέσεις με τους Φωκάδες, οι οποίες έδωσαν στους Μαλεΐνους τη δυνατότητα να φθάσουν στην κορυφή της ισχυρής μικρασιατικής αριστοκρατίας. Η αδελφή των Μιχαήλ και Κωνσταντίνου Μαλεΐνων παντρεύτηκε τον Βάρδα Φωκά, πατέρα του μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρου Β΄ Φωκά.6 Οι δεσμοί των Μαλεΐνων με τους Φωκάδες δεν ήταν απλώς οι συνηθισμένες συγγενικές σχέσεις μεταξύ δύο οικογενειών που είχαν την ίδια γεωγραφική και κοινωνική προέλευση, αλλά είχαν πολύ ευρύτερο υπόβαθρο. Από την εποχή εκείνη ο σύνδεσμος των Φωκάδων και των Μαλεΐνων είχε πολιτικές συνέπειες και η τύχη της μιας οικογένειας ήταν τόσο συνυφασμένη με της άλλης ώστε δεν θα ήταν δυνατόν να μελετηθούν ανεξάρτητα.

Τα πλεονεκτήματα αυτής της συγγένειας φάνηκαν ήδη επί της βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου (945-959) και του Ρωμανού Β΄ (959-963). Την περίοδο αυτή σημειώνεται η μεγαλύτερη κοινωνική άνοδος της οικογένειας των Φωκάδων, η οποία θα τους οδηγήσει στο θρόνο το 969. Εκπρόσωποι των Φωκάδων ανέρχονται στα σημαντικότερα στρατιωτικά-διοικητικά αξιώματα της αυτοκρατορίας, αποκτώντας έτσι τον έλεγχο της στρατιωτικής πολιτικής στην Ανατολή. Στις πολυετείς συγκρούσεις με τους Άραβες στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, τους Φωκάδες τους ακολουθούσαν και οι συγγενείς τους Μαλεΐνοι. Ο Κωνσταντίνος Μαλεΐνος, που προαναφέρθηκε , ο οποίος περίπου το 955 διαδέχθηκε τον Λέοντα Φωκά στη θέση του στρατηγού Καππαδοκίας, μνημονεύεται ως μετέχων στις μάχες αυτές και το 960. Εκτός από αυτόν είναι γνωστός και κάποιος Λέων Μαλεΐνος, ο οποίος το 953 σκοτώθηκε στις συγκρούσεις στη Συρία. Ο Λέων ήταν εκπρόσωπος άλλου κλάδου της οικογένειας των Μαλεΐνων, ίσως εκείνου του οποίου απόγονος ήταν το πρώτο γνωστό μέλος της οικογένειας, ο Νικηφόρος.

Η άνοδος του Νικηφόρου Β΄ Φωκά (963-969), στενού συγγενή των Μαλεΐνων, στην εξουσία έπρεπε να ανοίξει στην οικογένεια αυτήν το δρόμο προς την κορυφή της κοινωνικής κλίμακας. Μολονότι δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για τους Μαλεΐνους από την εποχή της διακυβέρνησης του Νικηφόρου Β΄, έχουμε λόγους να υποθέσουμε ότι ασκούσαν σημαντικές υπηρεσίες στην αυτοκρατορία. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγούν τα γεγονότα από τις τελευταίες δεκαετίες του 10ου αιώνα, τα οποία φανερώνουν την ισχύ, τον πλούτο και το κύρος των Μαλεΐνων.

5. Οι Μαλεΐνοι την εποχή του Βασιλείου Β΄

Ο πιο γνωστός εκπρόσωπος των Μαλεΐνων από την περίοδο του Βασιλείου Β΄ (976-1025) ήταν ο Ευστάθιος, γιος του Κωνσταντίνου Μαλεΐνου. Στο τέλος της διακυβέρνησης του Νικηφόρου Β΄ διορίσθηκε κυβερνήτης Αντιοχείας και στρατηγός Λυκανδού. Μετά το θάνατο του Ιωάννη Α΄ Τζιμισκή (969-976) και την ανάληψη της εξουσίας από τον Βασίλειο Β΄, ο Ευστάθιος ήδη μνημονεύεται ως μάγιστρος και επικεφαλής του στρατού ο οποίος επανειλημμένα αντιστάθηκε στην προσπάθεια κατάκτησης της εξουσίας από τον Βάρδα Σκληρό.7

Την εποχή κατα την οποία ο Βασίλειος Β΄ προετοίμαζε την πρώτη του εκστρατεία εναντίον του Βούλγαρου τσάρου Σαμουήλ (986),8 ο μάγιστρος Ευστάθιος Μαλεΐνος απολύθηκε από τη στρατιωτική υπηρεσία μαζί με άλλους ισχυρούς, όπως ο Βάρδας Φωκάς. Η πολιτική του αυτοκράτορα απέναντι στους ισχυρούς αριστοκράτες οι οποίοι σε ό,τι αφορά την καταγωγή τους και την υπηρεσία τους είχαν στενούς δεσμούς με τις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας, προκάλεσε νέο σφετερισμό. Στην οικία του Ευσταθίου Μαλεΐνου στο Χαρσιανόν, σε συγκέντρωση εκπροσώπων των επιφανέστερων οικογενειών της εποχής εκείνης (Μαλεΐνων, Φωκάδων, Μελισσηνών, Παρσακουτηνών), ο Βάρδας Φωκάς ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας (987). Στη στάση που διάρκεσε δύο χρόνια (987-989) ο Ευστάθιος Μαλεΐνος ήταν ένας από τους σημαντικότερους ηγέτες και ανέλαβε τη διοίκηση μέρους του στρατού των στασιαστών.

Μετά τη δολοφονία του Βάρδα Φωκά το 989, ο Ευστάθιος δεν υπέστη σοβαρή τιμωρία, αλλά είναι φανερό ότι απομακρύνθηκε από τα σημαντικότερα κρατικά αξιώματα. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο αυτοκράτορας επέστρεφε από μια εκστρατεία στην Ανατολή, ο Ευστάθιος Μαλεΐνος φιλοξένησε τον αυτοκρατορικό στρατό στα κτήματά του στην Καππαδοκία. Έκπληκτος από τον μεγάλο πλούτο του υπηκόου του και γνωρίζοντας τις πολιτικές του φιλοδοξίες από την εποχή της στάσης του Βάρδα Φωκά, ο Βασίλειος Β΄ αποφάσισε να θέσει τον Ευστάθιο Μαλεΐνο υπό έλεγχο. Τον πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη, και εκεί, σύμφωνα με τον ιστοριογράφο Ιωάννη Σκυλίτζη, τον κρατούσε «σαν θηρίο σε κλουβί»,9 προσφέροντάς του πολυτελή ζωή αλλά μην επιτρέποντάς του να επιστρέψει στα κτήματά του. Μετά το θάνατο του Ευσταθίου ο Βασίλειος Β΄ δήμευσε όλη την περιουσία αυτού του ισχυρού άνδρα.

6. Η Νεαρά του Βασιλείου Β΄ του έτους 996

Ο πλούτος των Μαλεΐνων αναφέρεται ρητά στην πολυσυζητημένη Νεαρά του Βασιλείου Β΄ (976-1025)του έτους 996.10 Σε αυτήν ο αυτοκράτορας τάσσεται εναντίον εκείνων των ισχυρών οι οποίοι, αφού πλούτισαν παίρνοντας τα κτήματα των αγροτών, απολάμβαναν οι ίδιοι και οι απόγονοί τους τα πλούτη τους για έναν ολόκληρο αιώνα και ακόμα περισσότερο. Ως παράδειγμα για έναν τέτοιο παράνομο πλουτισμό ο Βασίλειος Β΄ αναφέρει τις οικογένειες των Φωκάδων, των Μαλεΐνων και των Μουσελέ. Εκτός από μια γενική μνεία της οικογένειας των Μαλεΐνων, ο αυτοκράτορας στη Νεαρά του αναφέρει ιδιαίτερα τα ονόματα του πατρικίου Κωνσταντίνου Μαλεΐνου και του γιου του μαγίστρου Ευσταθίου.

7. Η παρακμή της οικογένειας (11ος αιώνας)

Οι Μαλεΐνοι δεν συνήλθαν από το πλήγμα που τους επέφερε ο Βασίλειος Β΄ (876-1025). Δεν επρόκειτο μόνο για τη δήμευση των κτημάτων τους αλλά και για το ότι ο Βασίλειος Β΄ καταφέρθηκε αποφασιστικά εναντίον των συγγενών τους του οίκου των Φωκάδων και κατά συνέπεια και του κύκλου των αριστοκρατών που είχε αναπτυχθεί γύρω από τις δύο αυτούς οίκους. Η μείωση της επιρροής των Μαλεΐνων αντανακλάται στις πηγές, στις οποίες δεν αναφέρονται πια πληροφορίες για ενδεχόμενες πολιτικές δραστηριότητες των Μαλεΐνων την περίοδο μετά τον Βασίλειο Β΄. Είναι καταφανές ότι πολιτικά περιθωριοποιήθηκαν. Όμως κάποιες σφραγίδες του 11ου αιώνα που έχουν διασωθεί μαρτυρούν ότι σε ορισμένα μέλη αυτής της οικογένειας είχαν απονεμηθεί υψηλοί τίτλοι της εποχής εκείνης, όπως του πατρικίου και του προέδρου.11

Από το δεύτερο μισό του 11ου αιώνα κάποια άτομα που έφεραν το επώνυμο των Μαλεΐνων μνημονεύονται στα ευρωπαϊκά τμήματα της αυτοκρατορίας – στην περιοχή της Μακεδονίας.12 Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ορισμένα μέλη αυτής της οικογένειας αναγκάσθηκαν να εγκατασταθούν στις δυτικές περιοχές της αυτοκρατορίας, λόγωτης πίεσης των Σελτζούκων στη Μικρά Ασία και των κατακτήσεών τους εκεί. Η παρουσία των Μαλεΐνων στην περιοχή της Μακεδονίας επιβεβαιώνεται και στη διάρκεια του 12ου αιώνα.13 Όμως η σποραδική μνεία των Μαλεΐνων τον 11ο και 12ο αιώνα φανερώνει ότι η οικογένεια είχε χάσει τη δύναμή της. Έτσι οι Μαλεΐνοι, μαζί με τους Φωκάδες, μπορούν να συγκαταλεχθούν στις παλαιότερες αριστοκρατικές οικογένειες για τις οποίες η διακυβέρνηση του Βασιλείου Β΄ σήμανε την αρχή της αποδυνάμωσής τους. Τα μέλη αυτών των οικογενειών απλώς απομακρύνονταν από τις κρατικές υπηρεσίες, ενώ η οικονομική τους δύναμη περιοριζόταν με τη δήμευση των κτημάτων τους.

8. Οι Μαλεΐνοι της Νότιας Ιταλίας (10ος-12ος αιώνας)

Από την εποχή του Νικηφόρου Β΄ Φωκά (963-969) μας είναι γνωστά κάποια άτομα με το επώνυμο των Μαλεΐνων που ασκούσαν διάφορα λειτουργήματα στην περιοχή της Καλαβρίας στην Ιταλία. Δύσκολα όμως μπορούμε να συνδέσουμε τους Μαλεΐνους αυτούς με τους Μαλεΐνους της Μικράς Ασίας. Οι Μαλεΐνοι της Νότιας Ιταλίας μνημονεύονται και τον 11ο-12ο αιώνα.14




1. Cheynet, J.C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Paris 1990), σελ. 214-215.

2. Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, J. (ed.), Ioannes Scylitzes, Synopsis historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae V, Berlin  New York 1973), σελ. 332, 340.

3. Cheynet, J.C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Paris 1990), σελ. 214-215.

4. Συνεχισταί Θεοφάνους, Χρονογραφία συγγραφείσα εκ προστάγματος Κωνσταντίνου του φιλοχρίστου και πορφυρογεννήτου δεσπότου, Bekker, I. (ed.), Theophanes Continuatus, Joannes Cameniata, Symeon Magister, Georgius Monachus (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1838), σελ. 680.

5. Loparev, Hr., Opisanie nekotoryh grečeskih Žitij svjatyh, Vizantjskij Vremennik 4 (1897), σελ. 358-363, ιδ. σελ. 360.

6. Λέων Διάκονος, Ιστορία, Hase, C.B. (ed.), Leonis Diaconi CaloensisHistoriae libri decem et liber de velitatione bellica Nicephori Augusti (Bonn 1828), σελ. 83· Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, J. (ed.), Ioannes Scylitzes, Synopsis historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae V, Berlin New York 1973), σελ. 280.

7. Ο Βάρδας Σκληρός στασίασε εναντίον του Βασιλείου Β΄. Η στάση αυτή διήρκεσε από το 976 ως το 979.

8. Ο Βασίλειος Β΄ ξεκίνησε στην πρώτη του εκστρατεία εναντίον του Σαμουήλ μόλις το 986, δηλαδή 10 χρόνια αφότου ανέλαβε την εξουσία. Ο λόγος γι' αυτό έγκειται στο ότι μόλις ο νεαρός αυτοκράτορας ανέβηκε στο θρόνο είχε να αντιμετωπίσει τη στάση του Βάρδα Σκληρού και στη συνέχεια τη συνωμοσία του θείου και κηδεμόνα του, του παρακοιμώμενου Βασιλείου, τον οποίο κατόρθωσε να στείλει στην εξορία μόλις το 986.

9. Ιωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις Ιστοριών, Thurn, J. (ed.), Ioannes Scylitzes, Synopsis historiarum (Corpus Fontium Historiae Byzantinae V, Berlin New York 1973), σελ. 340.

10. Ο Ν. Σβορώνος υποθέτει ότι τα στοιχεία στη Νεαρά του Βασιλείου Β΄ που αφορούν τις οικογένειες των Μαλεΐνων και των Φωκάδων είναι προσθήκη που έγινε μετά το 1001· Svoronos, N., Remarques sur la tradition du texte de la novelle de Basile II concernant les puissantsZbornik Radova Vizantinoslog Intituta 8:2 (1964), σελ. 427-434. Πρβ. Svoronos, N. (ed.), Les novelles des empereurs macédoniens concernant la terre et les stratiotes (Αθήνα 1994), σελ. 190-191, 303.

11. Βλ. Seibt, W., Die byzantinischen Bleisiegel in Österreich I, Kaiserhof (Wien 1978), αρ. 142· Cheynet, J.C., Pouvoir et contestations à Byzance 963-1210 (Paris 1990), σελ. 333, σημ. 65.

12. Σε χρυσόβουλο του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού του έτους 1084 μνημονεύεται ο Στέφανος Μαλεΐνος, γαιοκτήμονας από τη Θεσσαλονίκη· βλ. Archives de l’ Athos V, Actes de Lavra I: Des origines à 1204, Lemerle, P.  Guillou, A.  Svoronos, N. (eds), avec la collaboration de D. Papachryssanthou (Paris 1970), acte no 45.

13. Ο Νικήτας Χωνιάτης αναφέρει κάποιον Μαλεΐνο  ο οποίος στασίασε εναντίον του Ανδρονίκου Β΄ Κομνηνού το 1185· βλ. Νικήτας Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, van Dieten, J.L. (ed.), Nicetae Choniatae, Historia (Corpus Fontium Historiae Byzantinae 11, Berlin New York 1975), σελ. 296.

14. Falkenhausen, V., Untersuchungen über die byzantinische Herrschaft in Süditalien vom 9. bis ins 11. Jahrhundert (Wiesbaden 1967), σελ. 141.